Τα καταστήματα με τα συμπληρώματα συνήθως – εκτός από το να πουλάνε το εμπόρευμα- αναλαμβάνουν να σχεδιάζουν επί πληρωμή προγράμματα διατροφής για τους πελάτες τους. Καλά κάνουν.
Πιθανόν ένα ποσοστό από αυτούς να δουλεύουν σωστά και να παράγουν αποτελέσματα.
Για ποιο λόγο όμως ένα άτομο να προτιμήσει να εμπιστευτεί τη διατροφή του στον πωλητή ενός συμπληρωματάδικου , αντί να επιλέξει έναν επαγγελματία διατροφολόγο;
Η εμπειρία διδάσκει ότι:
* Ένα μεγάλο ποσοστό από τα καταστήματα αυτά έχουν 10 προκάτ προγράμματα διατροφής και τα πουλάνε σε όλο τον κόσμο. Χωρίς καμία εξειδίκευση.
* Ένα μεγάλο ποσοστό τους έχει στόχο μαζί με τη διατροφή να πουλήσει και ένα κάρο χρήσιμα αλλά και αχρείαστα συμπληρώματα. Λογικό, εμπόριο είναι.
* Κατά πάσα πιθανότητα ο πωλητής που συζητάς για τη διατροφή σου είναι ένα παιδί γυμνασμένο, συχνά φουσκωμένο από τα αναβολικά, που έτυχε να βρει δουλειά σε αυτό το μαγαζί. Οι γνώσεις του είναι εμπειρικές.
* Αν συζητάς για τη διατροφή σου με τον “αρχισέφ” του μαγαζιού, ο άνθρωπος αυτός πιθανότατα να έχει κάνει το πολύ ένα 3μηνο σεμινάριο διατροφολογίας. Αν ήταν πτυχιούχος διατροφολόγος θα είχε γραφείο, όχι κατάστημα συμπληρωμάτων.
Ασφαλώς και υπάρχουν άνθρωποι που κάνουν τη δουλειά τους υπεύθυνα. Δεν είναι κακό να εμπιστευτεί κάποιος έναν πωλητή συμπληρωμάτων για τη διατροφή του, κακό είναι να μη γνωρίζει την κατάρτιση αυτού που εμπιστεύεται.
Γενικά είναι σοφό να επιλέγουμε με επιστημονικά κριτήρια. Προσωπικά το μόνο πλεονέκτημα που βλέπω στον πωλητή συμπληρωμάτων, είναι ότι σου δίνει τη διατροφή ένα πιο φουσκωμένο χέρι.